Χτες πήγαμε εκδρομή με το σχολείο. Ωραία ήταν η ημέρα, χαρούμενα ήταν τα παιδιά, χαρούμενοι και εμείς. Κανένας δεν υπήρξε ενδοιασμός για το πού. Η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη. Χρόνια τώρα την ίδια πάντα ακολουθούσαμε. ΄Αλλαζαν οι συνοδοιπόροι των τμημάτων, άλλαζε η μέρα, άλλαζε η ημερομηνία, αλλά η πορεία η ίδια. Αντιπαρέρχομαι βέβαια τη χρησιμότητα, το στόχο και τις επιδιώξεις μιας σχολικής εκδρομής. ( Σιγά τώρα μην ακολουθήσουμε και τις υποδείξεις περί πολιτιστικού περιεχομένου, περί φύσης και άθλησης της νεολαίας μας περί, περί.. ) Πλατεία λοιπόν και καφετέρια. ΄Ομως τι έκπληξη ήταν αυτή; Είχα να πάω σ’ αυτή την πλατεία από τα χρόνια ( πριν τρία) που ξαναήμουν σ’ αυτό το σχολείο. Στην εν λόγω πλατεία δε με φέρνει ο δρόμος μου, για λαϊκή έχω άλλη πιο κοντινή , είχα όμως διαβάσει για κάποια ανάπλαση που της έγινε χωρίς να δώσω ιδιαίτερη σημασία. ΄Οχι γιατί δε μ’ ενδιαφέρει αλλά γιατί αναπλάσεις και τέτοια ξέρω τι σημαίνουν. Αμ’ δε που ήξερα!!
Περνώ το δρόμο, κοιτάζω αριστερά, κοιτάζω δεξιά.. λάθος θα έκανα λέω μάλλον σε έκθεση επίπλων θα βρίσκομαι και μάλιστα λίγο λαϊκών ! Λουλούδια, λουλουδάκια, ζωγραφισμένα στο πανί, λογής – λογής χρώματα , λογής- λογής σχήματα, καναπέδες, καναπεδάκια , σκαμπουδάκια , τραπέζια, τραπεζάκια έτσι ανάκατα και χύμα, ατάκτως ερριγμένα σε τσιμεντένιες παράγκες , δημιουργούσαν ένα πολύχρωμο μωσαϊκό. Κουρτίνες, κουρτινάκια, μπερντέδες , αραχνοϋφαντες ή βαριές ( αντίβαρο στον αέρα) ανέμιζαν ναζιάρικα στο αεράκι και μια τον ήλιο άφηναν να περάσει μια τον έκρυβαν. Λουλουδάκια στα μικρά ξύλινα δοκάρια που κρατούσαν τις κατασκευές, ίσως ξεχασμένα από τα χριστούγεννα – έχασα το θέαμα του υπερστολισμού- μούφεραν στο μυαλό κάτι τραγικές ανθοδέσμες στις εθνικές οδούς, στα κολωνάκια του δρόμου» εις μνήμην». ΄Οσο προχωρούσες, η απέραντη έκθεση επίπλων ανανεωνόταν, αναδεικνύοντας μια απίστευτη κυριολεκτικά φαντασία και ίσως και μια προσπάθεια ο δεύτερος να παραβγεί τον πρώτο.
΄Εφερα κύκλο και βρέθηκα από το πίσω μέρος. Εδώ το τοπίο άλλαζε. ΄Αλλοτε έφερνε στα παραβάν που χρησιμοποιούν στα ιατρεία, άλλοτε νόμιζες πως βρισκόσουν σε κάμπιγκ κατάλακα σε μια πλατεία, άλλοτε στο πίσω μέρος από το παζάρι. Κάποιες πινελιές με πολύχρωμους, χρυσοποίκιλτους πολυελαίους , φωτιστικά νεοκλασικής διακόσμησης στη μέση του πουθενά , πλέον δεν με εντυπωσίασαν. ΄Αλλωστε όταν πας σε μια έκθεση επίπλων υπάρχουν και τα φωτιστικά για να αναδείξουν την επίπλωση.
Εγώ, αλλιώς εννοούσα τα τραπεζάκια έξω, » τη μικρή πλατεία» όπως θα έλεγε και ο τραγουδιστής, αλλιώς φαντάστηκα τον καφέ στην πλατεία, αλλιώς το τσιπουράκι με το μεζέ. Φαντάσθηκα μια πλατεία με μεγάλα πλατάνια, στον ίσκιο τους μικρά καλόγουστα μαγαζάκια με παγκάκια στη σκια και όχι κατάλακα στον ήλιο, πλατεία ανθρώπινη για ξεκούραση και διασκέδαση και όχι για βραδινό ξεφάντωμα πλατεία που 10΄η ώρα το πρωί θα βρεις να πιείς ένα καφέ και δε θα παίρνεις τα τηλέφωνα ανάγκης για να βρεθείς μπροστά σε ξενυχτισμένους ιδιοκτήτες να σου σερβίρουν εν μέσω δυνατής μουσικής τον πολυπόθητο καφέ. Τώρα ίσως για να δικαιολογηθούν και οι τιμές νομίζω ότι βρίσκομαι σε κακόγουστο σαλόνι και σκέφτομαι μήπως και η αμφίεσή μου δεν ταιριάζει με την ατμόσφαιρα.
Μήπως η παιδεία και η καλλιέργεια που θέλουμε να παρέχουμε στα παιδιά μας, αυριανούς πολίτες ,θα πρέπει να έχει και στοιχεία αισθητικής;
Μήπως, μήπως λέω κάποιος πρέπει να μας πείσει ότι ακόμα και το κιτς χρειάζεται μέτρο;
Αιρετική άποψη.
΄Αντα Σαρτζή.